Η θεωρία του Σωκράτη
Στην αρνητική αυτή θέση των σοφιστών για τη δυνατότητα της γνώσης και την απόκτηση της απόλυτης αλήθειας αντιπαρατέθηκε, όπως ελέχθη παραπάνω, ο Σωκράτης, που έζησε την ίδια με αυτούς εποχή.
Εκείνο που ξεχώριζε τον Σωκράτη από τους άλλους πνευματικούς ανθρώπους δεν ήταν οι γνώσεις του, αλλά η “μέθοδος” που ακολουθούσε για να φτάσει στην αλήθεια. Συγκεκριμένα, υποστήριζε ότι ο σωστός τρόπος, για να φτάσει κάποιος στη λύση ενός ζητήματος, είναι να το προσεγγίσει “χωρίς προκαταλήψεις”, να το αντιμετωπίσει σαν να μην ξέρει τίποτε γι’ αυτό. Δυστυχώς οι άνθρωποι δε βλέπουν έτσι τα πράγματα και γι’ αυτό, πέφτουν θύματα των γνώσεών τους, που “νομίζουν” πως είναι ακριβείς.
Τον τρόπο με τον οποίο ο Σωκράτης αντιμετώπιζε τις φιλοσοφικές απορίες αντανακλά η ακόλουθη ιστορία. Σύμφωνα με μια ρήση του μαντείου των Δελφών, ο Σωκράτης θεωρήθηκε ως ο πιο σοφός από όλους τους ανθρώπους. Όταν το πληροφορήθηκε αυτό ο Σωκράτης απόρησε, γιατί ο ίδιος ήξερε ότι δεν ήταν σοφός. Από την άλλη πλευρά όμως δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ένας θεός θα έλεγε ποτέ ψέματα. Τι συνέβαινε λοιπόν; Ήταν ή δεν ήταν ο Σωκράτης ο πιο σοφός από τους ανθρώπους;
Προκειμένου να λύσει την απορία του αυτή, ο Σωκράτης αποφάσισε να επισκεφτεί ορισμένους φημισμένους για τη σοφία τους ανθρώπους, για να δει τι ήξερε αυτός που ενδεχομένως δεν το γνώριζαν εκείνοι.
Πήγε πρώτα λοιπόν σε κάποιον πολιτικό, ο οποίος “εθεωρείτο από πολλούς σοφός και από τον εαυτό του σοφότατος”. Έκπληκτος όμως διαπίστωσε πως κάθε άλλο παρά σοφός ήταν. Όταν μάλιστα επιχείρησε να του εκφράσει τις επιφυλάξεις του για τις γνώσεις του, ο πολιτικός θύμωσε μαζί του. Ανάλογες αμφιβολίες δημιουργήθηκαν στον Σωκράτη και όταν επισκέφθηκε τους ποιητές. “Δεν έγραφαν τα ποιήματά τους από σοφία, αλλά από κάποια φυσική έμπνευση και ενθουσιασμό”. Ίδια απογοήτευση τον κατέλαβε και όταν συναντήθηκε με ορισμένους τεχνίτες, που νόμιζαν πως κατείχαν την τέχνη τους.
Τελικά, από την επαφή του εκείνη με όλους τους ανθρώπους που θεωρούσαν τον εαυτό τους σοφό, ο Σωκράτης συμπέρανε “ότι μόνον ο θεός είναι σοφός… και πως η σοφία των ανθρώπων είναι ελάχιστη, αν όχι ανύπαρκτη”.
Την αλήθεια αυτή την είχε ενστερνιστεί μόνον ο Σωκράτης, που συνήθιζε να λέει “ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα”. Ίσως αυτό το γεγονός, σκέφθηκε τότε, το ότι δηλαδή είχε γνώση της άγνοιάς του, να ήταν εκείνο που μέτρησε στην κρίση του θεού και τον έκανε να πει ότι ο Σωκράτης είναι ο πιο σοφός από όλους τους ανθρώπους.
Ο Σωκράτης μάλιστα ακόμη και αν ήξερε κάτι σχετικά με τα ζητήματα που ετίθεντο προς συζήτηση, προσποιόταν ότι το αγνοούσε. Αυτό τον βοηθούσε να αντιμετωπίζει τα πράγματα χωρίς προκαταλήψεις. Πρωταρχική μέριμνα του Σωκράτη ήταν να βλέπει τα πράγματα “χωρίς χρωματιστά γυαλιά”, απαλλαγμένος από κάθε είδους προδιάθεση.
Αφού λοιπόν ξεδιάλυνε τον ορίζοντα από κάθε είδους προκατάληψη, επιχειρούσε κατόπιν, παρατηρώντας το υπό εξέταση ζήτημα με καθαρά, παρθένα μάτια, να το μελετήσει από όλες τις πλευρές του. Στη συνέχεια, έπειτα από τη διεξοδική έρευνα όλων των πλευρών του ζητήματος, συγκέντρωνε τις απαραίτητες πληροφορίες, προέβαινε στην καταγραφή των βασικών γνωρισμάτων του πράγματος που τον απασχολούσε και διατύπωνε τον ορισμό της έννοιάς του. Η διατύπωση του ορισμού της έννοιας του υπό εξέταση ζητήματος αποτελούσε για τον Σωκράτη το τελικό στάδιο της ερευνητικής διαδικασίας.
Όλη η προσπάθεια αναζήτησης της γνώσης κατατείνει στη διατύπωση του ερωτήματος “τι είναι το Χ;”, όπου Χ είναι η έννοια του πράγματος για το οποίο ξεκίνησε η συζήτηση. Η σύλληψη της έννοιας ενός πράγματος είναι καθοριστικής σημασίας για να το γνωρίσουμε. Μπορεί, λόγου χάρη, να αποφανθεί κανείς αν μια συγκεκριμένη πράξη είναι δίκαιη, εφόσον κατέχει την έννοια της δικαιοσύνης. Τότε, ξέροντας τα βασικά γνωρίσματα της δικαιοσύνης, μπορεί να δει αν η εν λόγω πράξη, ύστερα από τη σύγκρισή της με την έννοια της δικαιοσύνης, διαθέτει ή όχι τα γνωρίσματα αυτά και να πει, αναλόγως, εάν είναι δίκαιη ή όχι.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η μέθοδος που εισηγήθηκε ο Σωκράτης για τη σωστή αντιμετώπιση ενός ζητήματος περιλαμβάνει τρία στάδια: πρώτο, την απόρριψη όλων των υφιστάμενων προκαταλήψεων· δεύτερο, τη διεξοδική από όλες τις πλευρές διερεύνησης του ζητήματος· τρίτο, τη διατύπωση του ορισμού της έννοιάς του.
Για τον Σωκράτη η γνώση δεν είναι κάτι δεδομένο, έτοιμο και ανώδυνο. Απεναντίας, για την απόκτησή της απαιτείται μια επίπονη διαδικασία, όπως η μέθοδος που εισηγήθηκε. Ο Σωκράτης παρομοίαζε την προσπάθεια και την αγωνία για την κατάκτηση της γνώσης με τις ωδίνες του τοκετού. Όπως, για να γεννήσει η μάνα το παιδί, χρειάζεται τη συνδρομή της μαίας, έτσι και οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από κάποιον που θα τους βοηθήσει να φτάσουν στην αλήθεια και τη γνώση της.
Ο Σωκράτης παραλλήλιζε τον εαυτό του με τη μαία- μια μορφή που δεν του ήταν ανοίκεια, καθώς η μάνα του ήταν μαία. Στις συζητήσεις που διεξήγαγε επιχειρούσε, θέτοντας κατάλληλες ερωτήσεις στους συνομιλητές του, να τους ενθαρρύνει να αποβάλουν κάθε προκατάληψη και στη συνέχεια, αφού τους προέτρεπε να ερευνήσουν το υπό εξέταση ζήτημα από όλες τις πλευρές του, να διατυπώσουν τον ορισμό της έννοιάς του, εν ονόματι της οποίας είναι δυνατή η γνώση της αλήθειας.
Ο Σωκράτης υπήρξε το παράδειγμα του φιλοσόφου που προσπάθησε, με την ελεγκτική του μέθοδο, να αποκαλύψει πλάνες και πεποιθήσεις δηλαδή που οι άλλοι θεωρούσαν βέβαιες αλήθειες. Στην “Απολογία” του αναφέρει ότι, για να ελέγξει τον χρησμό του μαντείου, που έλεγε ότι δεν υπάρχει άνθρωπος σοφότερος από αυτόν, πήγε σε κάποιον πολιτικό τον οποίο θεωρούσαν όλοι σοφό. Ενώ λοιπόν τον εξέταζε με τις ερωτήσεις του, διαπίστωσε με έκπληξη ότι ο άνθρωπος αυτός, παρ’ όλο που θεωρούνταν από τους άλλους, αλλά και από τον εαυτό του, ότι ήταν σοφός, εντούτοις δεν ήταν. Όταν μάλιστα προσπάθησε να του το πει, το μόνο που κατάφερε ήταν να κάνει τον άλλον και αρκετούς από το ακροατήριο να τον μισήσουν. “Επιστρέφοντας σκεφτόμουν μόνος μου κι έλεγα: “απ’ αυτόν τον άνθρωπο είμαι σοφότερος, διότι, παρ’ όλο που κανείς μας δεν ξέρει σχεδόν τίποτα, αυτός νομίζει ότι ξέρει πολλά και σπουδαία, εγώ όμως δεν ξέρω, αλλά και δε νομίζω ότι ξέρω” […] Έπειτα πήγα και σε άλλον απ’ αυτούς που θεωρούνταν σοφοί. Έφυγα με την ίδια εντύπωση και απέκτησα το μίσος αυτού και πολλών άλλων”.
Το σοφό τεστ του Σωκράτη
Μια μέρα, εκεί που ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του. Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να κάνουν το τεστ της “τριπλής διύλισης”.
– “Τριπλή διύλιση;” ρώτησε με απορία ο γνωστός του.
– Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις.
– Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας. Είσαι λοιπόν εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;
– Ε… όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και…
– Μάλιστα, άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα.
– Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο, αυτό της καλοσύνης. Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;
– Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον…
– Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης, θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια. Ο γνωστός του έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
– Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορείς ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο. Το τρίτο φίλτρο της χρησιμότητας. Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί xρήσιμο σε κάτι; – Όχι δεν νομίζω…
– Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό, ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω; Ο γνωστός του έφυγε ντροπιασμένος, έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα…